Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009

H EΞΕΓΕΡΣΗ ΣΤΗ ΕΛΛΑΔΑ

Μπροστά στην κοινωνική έκρηξη.

Η δολοφονία του 15χρονου μαθητή από αστυνομικό στα Εξάρχεια, οδήγησε σε μία κοινωνική έκρηξη, στην οποία συγχωνεύονται πολλά διαφορετικά στοιχεία και αντιφατικά φαινόμενα.
Τις μέρες μετά τη δολοφονία η χώρα συγκλονίστηκε σε όλες τις μεγάλες πόλεις από μαζικές και συγκρουσιακές κινητοποιήσεις. Με την πρωτοβουλία νεολαίων αλλά και πολιτικών χώρων, αναπτύχθηκαν πρακτικές με έντονα αντικαθεστωτικά χαρακτηριστικά, πρωτότυπες μορφές πάλης, αλλά και ορισμένες αναλογίες με αντίστοιχες καταστάσεις που έχουν εμφανισθεί στις καπιταλιστικές μητροπόλεις σε άλλες περιπτώσεις.
Στις κινητοποιήσεις και συγκρούσεις μετά τη δολοφονία του Α. Γρηγορόπουλου, συνυπήρξαν διαφορετικά κοινωνικά στοιχεία. Πρώτα και κύρια οι μαθητές ελληνικής και ξένης καταγωγής, άνεργοι ή ημιεργαζόμενοι νεολαίοι μαζί με πολιτικοποιημένους εργαζόμενους και τμήματα των πολιτικοποιημένων φοιτητών, αλλά ακόμα και μετανάστες ή και στοιχεία του περιθωρίου της καπιταλιστικής μητρόπολης.
Οι συγκρούσεις του Σαββάτου 6 / 12, αλλά κυρίως οι πολιορκίες των αστυνομικών τμημάτων το πρωί της Δευτέρας 8/12 και της Πέμπτης 11/12 καθώς και οι μαζικές συγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις από χιλιάδες ανθρώπους αλλά και οι καταστροφές, εμπρησμοί και λεηλασίες το βράδυ της 8 / 12 διαμορφώνουν ένα ιδιαίτερο σκηνικό. Η έκταση των γεγονότων αυτών δεν μπορεί να συγκριθεί με ανάλογες περιπτώσεις. Οι δολοφονίες των Κουμή, Κανελλοπούλου, παρά το γεγονός ότι ήταν ποιο άμεσα κρατικά οργανωμένες από ότι η σημερινή, δεν δημιούργησε την έκταση των σημερινών αντιστάσεων. Αντίθετα αυτές καταπνίγηκαν από το μπλοκ των ανερχόμενων πολιτικών δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ, με την οργανωτική υποστήριξη του ΚΚΕ, και από την φοβία των τότε δυνάμεων της επαναστατικής αριστεράς.
Η δολοφονία του Μ. Καλτέζα, κινητοποίησε μόνο ένα συγκροτημένο πολιτικό κοινωνικό δυναμικό της άκρας αριστεράς και του αναρχικού χώρου που αντιστοιχούσε σε κάποιες χιλιάδες άτομα. Ακόμα και η δολοφονία του Ν. Τεμπονέρα, που οδήγησε σε μαζικές κοινωνικές αντιδράσεις ανάλογες με τις σημερινές, δεν αντιστοιχούσε σε αυτό το ξέσπασμα οργής και βίας απέναντι στους κρατικούς μηχανισμούς αλλά και στις δομές της κατανάλωσης που είδαμε για δύο – τρεις ημέρες στις περισσότερες πόλεις της Ελλάδας.

Τα βαθύτερα κοινωνικά αίτια και τα αποτελέσματα τους.
Πολλοί κοινωνικοί, πολιτικοί και ιδεολογικοί παράγοντες, συγχωνεύονται σε αυτό το ξέσπασμα. Τα αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης, η διαρκής υποβάθμιση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων αλλά και η συμπίεση της νεολαίας μέσα από τη συρρίκνωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων και την αυταρχικοποίηση των εκπαιδευτικών μηχανισμών, αποτελούν τα παραγωγικά αίτια αυτής της έκρηξης. Σε κοινωνικό επίπεδο έχει συσσωρευτεί μία μάζα σε τμήματα της νεολαίας που είναι ενταγμένα στο σχολικό μηχανισμό, ή βρίσκονται εκτός του πανεπιστημίου τα οποία δέχονται ιδιαίτερη πίεση. Ιδιαίτερη θέση σε αυτή τη διαδικασία έχουν τα παιδιά των μεταναστών, στην πλειοψηφία τους στις υποβαθμισμένες περιοχές των πόλεων, για τα οποία οι πιέσεις πολλαπλασιάζονται. Όπως και για τα άνεργα, μισοεργαζόμενα, ή πληβειακά στρώματα της νεολαίας τα οποία είναι αποκλεισμένα από πολιτικές και συνδικαλιστικές πρακτικές. Τέλος υπάρχει μία μεγάλη μάζα μεταναστών, που δέχεται με μία σχετική συχνότητα την αστυνομική βία ή παρενόχληση. Αυτή λοιπόν η κοινωνική έκρηξη δεν αναδεικνύει τη συγκρότηση κάποιων νέων κοινωνικών υποκειμένων που κινητοποιούνται, άλλα το αυθόρμητο ξέσπασμα της πίεσης που συσσωρεύουν αυτά τα πληττόμενα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας και κύρια της εργατικής νεολαίας.
Σε πολιτικό επίπεδο, η κυβέρνηση αλλά και το ΠΑΣΟΚ προηγούμενα στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, αρνήθηκε οποιοδήποτε συμβιβασμό με τα συγκεκριμένα στρώματα. Ιδιαίτερα σε σχέση με τη νεολαία, ακριβώς επειδή συρρικνώνονται οι προοπτικές υλικής βελτίωσης της θέσης τους, αλλά και σε μία διαδικασία συγκρότησης σχέσεων κοινωνικής εκπροσώπησης με συντηρητικά στρώματα, επιχείρησε εντονότερη πειθάρχηση. Η κύρια πλευρά της αφορούσε στη «σχολειοποίηση» του πανεπιστημίου, με το νόμο πλαίσιο.
Στη βάση των σημερινών συγκρούσεων βρίσκεται η αντιμετώπιση του κινήματος αντίστασης των φοιτητών στο νόμο πλαίσιο, όπως και των επαναλαμβανόμενων μαθητικών καταλήψεων. Η βίαιη αντιμετώπιση των εξαιρετικά μαζικών φοιτητικών διαμαρτυριών, διαμόρφωσε αντικατασταλτικά αισθήματα σε νέα στρώματα της νεολαίας. Ανέδειξε κοινωνικές πρακτικές κυρίως παθητικής αλλά και ενεργητικής αντίστασης, μαζικοποίησε πολιτικές δυνάμεις και συλλογικότητες της άκρας αριστεράς, αλλά και του αναρχικού χώρου.
Σε τέτοιου μεγέθους κοινωνικά γεγονότα, που κινητοποιούνται σε μεγάλο βαθμό αυθόρμητα δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι και προχωράνε σε αντισυστημικές πρακτικές, η έλλειψη ενός μαζικού επαναστατικού κόμματος είναι κρίσιμος παράγοντας. Αναμφίβολα, ορισμένες από τις κοινωνικοπολιτικές πρακτικές που ζήσαμε τις τελευταίες ημέρες έχουν βαθιά εξεγερτικά χαρακτηριστικά. Οι μαζικές επιθέσεις σε κρατικά κτίρια, οι πολιορκίες των αστυνομικών τμημάτων και οι μερικές καταστροφές τους, οι διαρκείς συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, οι καταστροφές τραπεζικών υποκαταστημάτων (ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία) διαμορφώνουν στοιχεία μίας λαϊκής εξέγερσης όπως θα μπορούσαν να εμφανισθούν στο αναπτυγμένο καπιταλισμό με δεδομένη την έλλειψη πολιτικού υποκειμένου. Ακόμα και οι πρακτικές της λεηλασίας και των εμπρησμών που αναμφίβολα υπονομεύουν την απήχηση αυτού του κινήματος στη κοινωνία και υποβοηθούν με ραγδαίο τρόπο την ανασυγκρότηση μίας αυταρχικής ιδεολογικής ηγεμονίας, μέχρι ενός σημείου είναι αναπόφευκτες σε τέτοιες συγκυρίες όπως και η δράση κρατικών προβοκατόρων. Η έκτασή τους και η κυριαρχία τους μεταβάλλεται ανάλογα με την ύπαρξη ή όχι του επαναστατικού πολιτικού παράγοντα.
Απέναντι σε αυτή τη λαϊκή οργή πολλοί παράγοντες εμφανίστηκαν απροετοίμαστοι. Ο κρατικός μηχανισμός και οι κατασταλτικές δυνάμεις θέλησαν να οδηγήσουν αυτές τις κοινωνικές πρακτικές σε μία κατεύθυνση (όπως καταστροφές και εμπρησμοί) ώστε να υπάρξει εκτόνωση αλλά και απονομιμοποίηση του κινήματος διαμαρτυρίας. Η έκταση των γεγονότων όμως κλόνισε αυτή τη στρατηγική ενώ παράλληλα η αποφασιστικότητα των διαδηλωτών έφερε σε πολλές περιπτώσεις τις δυνάμεις καταστολής σε αμυντική θέση. Ετσι σε μία πρώτη φάση η κυβέρνηση και δεν ήθελε (διακύβευε τη συνολική πολιτικής της επιρροή) και δεν μπορούσε να επιβάλλει ένα δεύτερο συνολικό κατασταλτικό χτύπημα.
Το ΠΑΣΟΚ μέσα σε αυτή τη συγκυρία ήδη εδώ και καιρό προετοιμάζεται από κέντρα εξουσίας του κεφαλαίου, μπροστά στο κίνδυνο απονομιμοποίησης του επίσημου πολιτικού συστήματος, ως εναλλακτική λύση απέναντι στην κυβέρνηση που δημιούργησε πολλαπλές κρίσεις. Η στάση του είναι υποστήριξη της κυβερνητικής πολιτικής στα κοινωνικά μέτωπα αλλά παράλληλα και να καρπωθεί τη δυσαρέσκεια που δημιουργεί η κυβερνητική πολιτική. Ωστόσο το γεγονός ότι τάσσεται ανοιχτά ενάντια στις μαθητικές και φοιτητικές καταλήψεις, καθιστά ακόμα μεγαλύτερη την αναγκαιότητα για τη στήριξη αυτού του κινήματος στις μάζες αλλά δημιουργεί και δυνατότητες απομόνωσης του ΠΑΣΟΚ στους χώρους της νεολαίας.

Η στάση της κοινοβουλευτικής αριστεράς
Για τις δυνάμεις της κοινοβουλευτικής αριστεράς αναδεικνύεται το γεγονός ότι σε συνθήκες κοινωνικής κρίσης σε διαφορετικούς βαθμούς παίζουν σταθεροποιητικό ρόλο σε σχέση με το καθεστώς.
Ιδιαίτερα για το ΚΚΕ, αναδείχθηκε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ο συνολικός του ρόλος στην υπονόμευση των κοινωνικών αγώνων. Μέσα στη συγκυρία λόγω της συνολικότερης κοινωνικοπολιτικής του φυσιογνωμίας, αλλά και τακτικών εκλογικών αναγκών επιτελεί μία τριπλή λειτουργία : 1) πυροσβεστική και κατασταλτική σε κρίσιμους κοινωνικούς χώρους όπως αυτοί της εκπαίδευσης, 2) εξωραϊσμού των αντιδραστικών συντηρητικών ιδεολογημάτων και των φοβικών συνδρόμων που διαπερνούν τις μικροαστικές μάζες με τις θεωρίες περί οργανωμένων προβοκατσιών και ξένων κέντρων που παρουσιάζουν σύμπτωση με τις θεωρίες της δεξιάς για «τους αμερικάνους που θέλουν να ρίξουν το Καραμανλή» 3) με την υποστήριξη της κυβέρνησης στην προσπάθειά της να περιχαρακώσει αυτό το κίνημα από όποια δυνατότητα σύνδεσης του με τη πολιτική σκηνή με την επίθεση στο ΣΥΡΙΖΑ και στις πολιτικές συνιστώσες της άκρας αριστεράς.
Συνολικότερα, οι ριζοσπαστικές πρακτικές που κλυδωνίζουν πλευρές της αστικής στρατηγικής και επιτυγχάνουν νίκες δημιουργούν ρωγμές σε ένα οικοδόμημα όπως του ΚΚΕ του οποίου η πολιτική και ιδεολογική πρακτική είναι βαθιά αστικοποιημένες. Αντίθετα οι ήττες των κινημάτων και αντίστοιχα των πολιτικών δυνάμεων που τα υποστηρίζουν δημιουργούν το έδαφος για το περιορισμό της διαμαρτυρίας σε εκλογικό επίπεδο και την ισχυροποίηση ή σταθεροποίηση ενός κομματικού μηχανισμού ο οποίος απευθύνεται και στους «νοικοκυραίους» με την πρακτική του στάση αλλά και σε στρώματα που πλήττονται από τη σημερινή πολιτική στη βάση ενός ανέξοδου «αντισυστημικού» λόγου χωρίς καμία πρακτική διάσταση.
Σε τακτικό επίπεδο η προσπάθεια περιχαράκωσης του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται για εκλογικούς λόγους μια και σε μεγάλο βαθμό ο ΣΥΡΙΖΑ άντλησε την πολιτικό οργανωτική του ισχυροποίηση από το γεγονός ότι μέχρι ενός σημείου προσπάθησε να εκπροσωπήσει σε γενικότερο πολιτικό επίπεδο το κίνημα της νεολαίας το 2006 – 2007. Είναι λοιπόν κατανοητό στο ΚΚΕ ότι η ανάπτυξη αυτού του κινήματος και ενδεχόμενες νίκες (π.χ. παραιτήσεις υπουργών) ή τη φθορά της κυβέρνησης θα δώσει ορισμένα νέα καύσιμα στο ΣΥΡΙΖΑ.
Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ είναι αναμφίβολα διαφορετική από του ΚΚΕ, ωστόσο παρουσιάζονται τα πολλαπλά όριά του ως ρεφορμιστικού κόμματος. Είναι η μόνη κοινοβουλευτική πολιτική δύναμη η οποία αναλύει τα γεγονότα υπό το πρίσμα ότι συνιστούν πλευρές μίας νεολαϊστικης εξέγερσης και για αυτό το λόγο οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις αλλά και βασικοί ιδεολογικοί μηχανισμοί (π.χ. συγκρότημα Λαμπράκη, Καθημερινή κ.λ.π.) του ασκούν σημαντική πίεση. Από την άλλη πλευρά όχι μόνο αναπαράγει μέσα από τους μηχανισμούς του πλευρές της κυρίαρχης ιδεολογίας ( ένα γενικό «πασιφισμό» και διαχωρισμό από τη βία γενικά) αλλά κυριαρχούν πολιτικές αντιλήψεις στο εσωτερικό του επιχειρούν να ενσωματώσουν την πολιτική του πρακτική μαζί με τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις. Χαρακτηριστικότερη από όλες η στάση του στην ΓΣΕΕ όπου αποδέχθηκε την πρόταση για ματαίωση της προγραμματισμένης πορείας και ουσιαστικά την υπονόμευση της απεργίας

Για την στρατηγική της επαναστατικής αριστεράς.
Μέσα σε όλη αυτή τη συγκυρία εξίσου εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι εκτός από την αριστερά του συστήματος ανέτοιμη εμφανίστηκε και η άκρα αριστερά, της οποίας οι πολιτικές επιλογές ήταν αντιφατικές. Από τη μία πλευρά είχε θετικές όψεις, όπως τα αντανακλαστικά που επέδειξε το βράδυ της δολοφονίας κατεβαίνοντας σε πορεία και υλοποιώντας ριζοσπαστικές πρακτικές έμπρακτης αμφισβήτησης της κρατικής καταστολής, από ένα σχετικά ευρύ τμήμα της. Εξίσου σημαντική ήταν η στάση της την ημέρα της γενικής απεργίας όπου παρά τη στοίχιση όλου του επίσημου πολιτικού δυναμικού πίσω από την κυβερνητική στάση για ακύρωσης των διαδηλώσεων και ουσιαστικά υπονόμευση της απεργίας, με αφετηρία το Μουσείο πραγματοποίησε την πορεία προς τη Βουλή σπάζοντας στην πράξη την κρατική τρομοκρατία. Παρ’όλα αυτά τη στιγμή που δεκάδες χιλιάδες νεολαίοι αναπτύσσουν μαζικές ανατρεπτικές πρακτικές όπως αυτές που περιγράψαμε παραπάνω, η άκρα αριστερά αντί να μπει μπροστά και να τις οργανώσει σε πολιτική κατεύθυνση, αντιμετώπισε την πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση εν μέρει με διεκπεραιωτικό τρόπο. Υποτίμησε την έκταση των συγκρούσεων και όταν αυτές αναπτύχθηκαν χαρακτηρίστηκε από μία μετέωρη στάση. Τα γεγονότα είναι πολλά και δείχνουν μία πολιτική κατεύθυνση.
Εκτίμησή μας είναι ότι σε αυτές τις συνθήκες και με δεδομένη την ανύπαρκτη πολιτική ή οργανωτική επιρροή της άκρας αριστεράς στα στρώματα που κινητοποιούνται, ήταν αναγκαία η συγκρότηση ενός πραγματικού κοινωνικού κέντρου αγώνα μέσα από το οποίο θα μπορούσε να υπάρξει ώσμωση με αυτό το κοινωνικό δυναμικό και να δώσει πολιτικό τόνο στις κινητοποιήσεις.
Ένα τέτοιο κέντρο αγώνα δεν μπορούσε να είναι παρά το Πολυτεχνείο στο βαθμό που αποτελεί το μόνο χώρο στην Αθήνα που ιστορικά και χωρικά μπορεί να αποτελέσει πόλο λαϊκής συσπείρωσης ιδιαίτερα των τμημάτων της νεολαίας όπως οι μαθητές, οι πληβειακά εργαζόμενοι νεολαίοι αλλά και οι πολιτικοποιημένοι εργαζόμενοι που δεν έχουν αναφορά στους φοιτητικούς χώρους. Η επαναστατική αριστερά αντί να αξιοποιήσει τους ιστορικούς χωρικούς διαύλους επικοινωνίας όπως διαμορφώνονται στο Πολυτεχνείο, επέλεξε να συγκεντρωθεί στο κτίριο της Νομικής. Ήδη αυτή ήταν μία επιλογή εσωτερικής συγκρότησης και περιχαράκωσης. Το γεγονός ότι τρεις φορές επέστρεψε η πορεία στο Πολυτεχνείο με χιλιάδες άτομα και έγιναν ανοιχτά συντονιστικά στα οποία συμμετείχαν φοιτητές, μαθητές, εργαζόμενοι είναι δείκτης της δυνατότητας συσπείρωσης στο συγκεκριμένο χώρο.
Επιπρόσθετα μέσα σε όλη αυτή τη διαδικασία υπάρχει ένας ιδιαίτερος παράγοντας που καθιστούσε επιτακτική την ύπαρξη πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στο χώρο του Πολυτεχνείου. Ένα από τα σημαντικά διακυβεύματα αφορά στην λειτουργία του πανεπιστημιακού ασύλου και ιδιαίτερα στο χώρο του Πολυτεχνείου. Ετσι ένα από τα σημαντικά καθήκοντα του λαϊκού και του φοιτητικού κινήματος, αφορά στην υπεράσπιση του λαϊκού ασύλου στο Πολυτεχνείο. Η υπεράσπιση του ασύλου δεν μπορεί να γίνει χωρίς την παρουσία των ενεργών κοινωνικών και πολιτικών υποκειμένων στο εσωτερικό του. Εμείς έχουμε την πεποίθηση ότι ένα από τα πρώτιστα καθήκοντα της επαναστατικής αριστεράς είναι η έμπρακτη υπεράσπιση του ασύλου με την ενεργητική μαζική παρουσία της, χωρίς ανταγωνιστικό κατά το δυνατόν περιεχόμενο με τις πολιτικές ομάδες που έχουν καταλάβει το χώρο.
Από άλλες οργανώσεις της άκρας αριστεράς υπήρχε αντίρρηση για την προσπάθεια συγκρότησης του Πολυτεχνείου ως κοινωνικού κέντρου αγώνα με βασικό επιχείρημα ότι ο οποιοσδήποτε πολιτικός λόγος θα χανόταν πίσω από τα επεισόδια και ότι έπρεπε να υπάρξει διακριτό στίγμα από τον αναρχικό χώρο. Αντίστοιχα συγκεκριμένες γραμμικές αντιλήψεις για την ανάπτυξη του κινήματος οδήγησαν την πλειονότητα των δυνάμεων της άκρας αριστεράς να μη συμμετέχουν στις μαζικές συγκρούσεις νεολαίων και εργαζομένων με τις δυνάμεις καταστολής. Όμως σε στιγμές που υφίστανται τέτοια κατασταλτικά χτυπήματα, όπως οι κρατικές δολοφονίες, αλλά και η απονομιμοποίηση της κυβερνητικής και κρατικής πολιτικής και κυρίως η εισβολή μαζών στο προσκήνιο με συγκρουσιακές διαθέσεις η επαναστατική αριστερά οφείλει και να υποστηρίζει τη λαϊκή αντιβία, και να της δίνει πολιτική κατεύθυνση. Εξάλλου αυτός είναι ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης κατασταλτικών χτυπημάτων, ενώ αντίθετα η ενσωμάτωση φοβικών συνδρόμων απολήγει σε πρακτικές που διευκολύνουν την κρατική καταστολή και συχνά αποβαίνουν καταστροφικές για τους φορείς τους. Παράλληλα, η επαναστατική αριστερά οφείλει να συνδυάζει μία μαζική πολιτική γραμμή, την εμπλοκή και άλλων κοινωνικών στρωμάτων στα οποία δεν έχει άμεση πρόσβαση και την αποκεντρωμένη πολιτική παρέμβαση σε συνοικιακό και τοπικό επίπεδο.
Οι αντιφάσεις που περιγράψαμε παραπάνω οδήγησαν ορισμένες φορές σε τραγελαφικές καταστάσεις:
Στις 7 / 12 στην πορεία προς τη Βουλή όταν διάχυτος κόσμος επιχειρούσε μπροστά από τη Βουλή να συγκρουστεί με τις δυνάμεις καταστολής όχι μόνο συγκεκριμένες πολιτικές τάσεις δεν συμμετείχαν σε αυτές τις πρακτικές λαϊκής αντιβίας αλλά αποχώρησαν ταχύτατα με αποτέλεσμα την δυσκολία στην περιφρούρηση των μπλοκ και την ύπαρξη συλλήψεων (μεταξύ αυτών και μελών της ΑΡΑΣ που έχουν παραπεμφθεί σε δίκη). Ακόμα πιο τραγελαφική ήταν η στάση συγκεκριμένων πολιτικών οργανώσεων του χώρου κατά την Δευτέρα 8/12, όταν στην πορεία όπου συμμετείχαν δεκάδες χιλιάδες άτομα, και με πολύ μαζική παρουσία του μπλοκ στα Προπύλαια πήραν την επιλογή να ξεκινήσουν την πορεία εσπευσμένα και αντί να κατευθυνθούν άμεσα προς τη Βουλή με στόχο να δοθεί πολιτικό περιεχόμενο στις εκδηλώσεις λαϊκής οργής προς ένα συγκεκριμένο πολιτικό στόχο που συμβολίζει την κυβερνητική εξουσία την οδήγησαν προς την Ομόνοια όπου την ίδια ώρα διοργάνωνε διασπαστική - πυροσβεστική συγκέντρωση το ΚΚΕ. Το αποτέλεσμα ήταν όχι μόνο το εξευτελιστικό γεγονός ένα τεράστιο μπλοκ χιλιάδων ανθρώπων να περνά σχεδόν σε μονή φάλαγγα δίπλα στις αλυσίδες του ΚΚΕ, να εμποδίζεται η πρόσβαση του προς την οδό Σταδίου αλλά και να περιφέρεται μεταξύ των οδών Πατησίων, Χαλκονδύλη, Ακαδημίας και ανάποδα, με αποτέλεσμα να συμβάλλει και αυτό στη γενίκευση των βανδαλισμών. Ετσι ο φόβος της αποφυγής επεισοδίων και η λανθασμένη εκτίμηση ότι μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε συνεννόηση με το ΚΚΕ σε αυτή τη φάση οδήγησε σε μεγαλύτερη επιβάρυνση του μπλοκ και στην απώλεια οποιουδήποτε πολιτικού στόχου.
Στις 9 / 12 στο εκπαιδευτικό συλλαλητήριο επιχείρησαν να αποτρέψουν την επιστροφή του μπλοκ στο φυσικό χώρο των πολιτικών διαδικασιών του φ.κ. που είναι το Πολυτεχνείο.
Στις 10 / 12 η σωστή επιλογή να πραγματοποιηθεί από σωματεία, φοιτητικούς συλλόγους και πολιτικές οργανώσεις της άκρας αριστεράς η πορεία από το Μουσείο στη Βουλή, υπονομεύθηκε από το γεγονός ότι ενώ δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι, μαθητές και φοιτητές παρέμεναν στο Σύνταγμα ότι ορισμένες πολιτικές οργανώσεις αντί να παραμείνουν και να συνδεθούν με αυτές τις λαικές μάζες συμμετέχοντας στις εκδηλώσεις λαϊκής οργής αποχώρησαν. Και αυτό παρά το γεγονός ότι χιλιάδες φοιτητές, μαθητές, εργαζόμενοι πορεύθηκαν προς το Πολυτεχνείο και πολιτικά υπερασπίζονταν το άσυλο στο ΕΜΠ.
Στις 12/12 και πάλι κατά το πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο, όταν εκατοντάδες μαθητές συγκρούονταν μπροστά από τη Βουλή με τις αστυνομικές δυνάμεις, αποχώρησαν δημιουργώντας σύγχυση που διευκόλυνε τις δυνάμεις καταστολής να εντείνουν τις επιθέσεις στους διαδηλωτές.
Εμείς έχουμε την πεποίθηση ότι η επιλογή της Νομικής ως πολιτικό κέντρο της άκρας αριστεράς είναι λανθασμένη και δεν υπαγορεύεται από τις ανάγκες του κινήματος αλλά από καταναγκασμούς και λανθασμένες αντιλήψεις συγκεκριμένων πολιτικών τάσεων. Είτε αυτών που σε διαφορετικούς βαθμούς θέλουν να αποφύγουν την εμπλοκή τους με πρακτικές λαϊκής οργής είτε αυτών που δέχονται πίεση από τη κεντρική πολιτική σκηνή (ΣΥΡΙΖΑ), είτε αυτών που καθορίζουν τη στάση τους από τις ανταγωνιστικές σχέσεις που διατηρούν με άλλες ομαδοποιήσεις του αναρχικού χώρου και ιδιαίτερα αυτών που έχουν καταλάβει το Πολυτεχνείο. Ωστόσο εμείς θεωρούμε ότι η κατάληψη στη Νομική λειτουργεί περισσότερο ως πολιτική συνέλευση συνιστωσών της άκρας αριστεράς και λιγότερο ως κοινωνικό κέντρο όπου μπορούν να συγκλίνουν ευρύτερα κινηματικά τμήματα. Επιπρόσθετα θεωρούμε ότι το ζήτημα του ασύλου όπως κωδικοποιείται στο Πολυτεχνείο έχει και αυτό στη σημερινή συγκυρία κορυφαία σημασία.
Περισσότερο όμως σημασία από την επιλογή του καταλληλότερου κέντρου αγώνα, έχει η ίδια η πολιτική πρακτική της άκρας αριστεράς. Αυτό που χαρακτηρίζει την σημερινή έκρηξη, είναι η μαζικότητα, η συμμετοχή σε μεγάλο βαθμό των μαθητών, η πολυκεντρικότητα και η περιφερειακή διάρθρωση και η κινηματική σύγκρουση. Η συμβολή της άκρας αριστεράς σε αυτούς τους παράγοντες είναι ανισόμετρη. Στην κινητοποίηση των μαθητών και στην οργάνωση περιφερειακών κινητοποιήσεων η συμβολή της μέχρι σήμερα είναι μικρή. Αντί να αξιοποιήσει μαζικούς φορείς ή και μαζικά σχήματα τα οποία μπορούν να έχουν απήχηση στη μαθητική νεολαία όπως οι φοιτητικοί σύλλογοι ή και συσπειρωσιακά σχήματα όπως τα ΕΑΑΚ, ορισμένες πολιτικές οργανώσεις κάνουν αυτοτελή πολιτική παρέμβαση και αυτή εντελώς ελλειπτική, η οποία μπορεί να επηρεάσει μόνο ένα απειροελάχιστο θραύσμα των μαθητών.
Οι αντιφάσεις που περιγράψαμε σχετίζονται και με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά και τις κοινωνικές εκπροσωπήσεις της άκρας αριστεράς και με τις πολιτικές αντιλήψεις στο εσωτερικό της. Η βασική επιρροή της στα στρώματα της φοιτητικής νεολαίας και στα στρώματα της νέας ή και παραδοσιακής μικροαστικής διανόησης (μηχανικοί, εκπαιδευτικοί, γιατροί, δικηγόροι κ.λ.π.) αφήνει το αποτύπωμά της. Τα στρώματα που εξεγέρθηκαν και ήρθαν σε πρώτο πλάνο, η μαθητική νεολαία, πληβειοποιημένη εργαζόμενη και άνεργη νεολαία έχουν σχετικά διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά που υποβοήθησαν αυτή την έκρηξη. Το ζήτημα είναι αν σε συνθήκες ενός τέτοιου εκρηκτικού κινήματος η πολιτική γραμμή της επαναστατικής αριστεράς θα ανατάξει τις αντικειμενικές δυσκολίες της κοινωνικής της βάσης ή θα συμβάλλει και αυτή στη κατεύθυνση γρήγορης επαναφοράς στη νομιμότητα.
Ένας επιπρόσθετος παράγοντας σχετίζεται με τις πρακτικές λαϊκής βίας, οι οποίες ήταν αυτές που λόγω του γεγονότος ότι απλώθηκαν σε μαζικά στρώματα που δεν είναι εύκολο να αντιμετωπίσει ευθέως η κρατική καταστολή κλόνισαν προς στιγμή το κυβερνητικό κέντρο και παρήγαγαν ρίγος στις καθεστωτικές δυνάμεις. Ήταν τέτοια η επίπτωση αυτών των αντιδράσεων, που σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ιδιαίτερα σε χώρες με παράδοση στις νεολαίστικες αντιδράσεις δημιουργήθηκαν φόβοι στις αστικές κυβερνήσεις για ντόμινο νεολαιίστικων εξεγέρσεων. Σήμερα επιχειρείται μία ραγδαία ανασυγκρότηση της απονομιμοποίησης αυτών των πρακτικών, όχι μόνο γύρω από το ζήτημα των λεηλασιών αλλά και τις καθεαυτό πρακτικές λαικής οργής (συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, τις πολιορκίες των αστυνομικών τμημάτων, τις περικυκλώσεις ή και καταλήψεις δημοσίων κτιρίων). Σε αυτή την κίνηση συμβάλλουν οι ιδεολογικοί μηχανισμοί, τα αστικά πολιτικά κόμματα και η ρεφορμιστική αριστερά. Η επαναστατική αριστερά οφείλει να υπερασπίσει τις πρακτικές λαϊκής αντιβίας και σε πρακτικό επίπεδο να συντηρήσει πλευρές της αντιπαράθεσης με την κρατική βία, αν μη τι άλλο πρωτίστως σε συμβολικό επίπεδο με στόχο την κυβερνητική πολιτική και όχι απλά να πηγαίνει πίσω από τις διαθέσεις των μαζών ή και να τις εκτονώνει
Η πολιτική στρατηγική της επαναστατικής αριστεράς πρέπει να στοχεύει στη φθορά και τον κλυδωνισμό της κυβέρνησης με στόχο την πτώση της, με την ανάδειξη και ενδιάμεσων αιτημάτων που μπορεί να συσπειρώσουν ευρύτερες μάζες και να πετύχουν νίκες όπως
 την παραίτηση των πολιτικών υπευθύνων υπουργών και υφυπουργών εσωτερικών
 την απελευθέρωση όλων των συλληφθέντων που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις.
Είναι κρίσιμο να γενικευθούν οι καταλήψεις στους χώρους της εκπαίδευσης και να συντηρηθούν πολιτικές πρακτικές και κατά το διάστημα των διακοπών.
Ιδιαίτερα στους χώρους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πρέπει να υπάρξει η μεγαλύτερη αποφασιστικότητα για τη γενίκευση των καταλήψεων, τη διατήρησή τους και μετά τις διακοπές για την οριστική απονομιμοποίηση του Ν – Π ως προς τις πειθαρχικές του διατάξεις σε σχέση με τις φοιτητικές κινητοποιήσεις (απώλειες εξαμήνων) και τον εσωτερικό κανονισμό αλλά και για την οριστική ανατροπή του νόμου. Αντίστοιχα στους μαθητικούς χώρους πρέπει να τεθούν και ευρύτερα αιτήματα που αφορούν στους μαθητές όπως για την αποτροπή της αλλαγής του εξεταστικού συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια στην κατεύθυνση μεγαλύτερης εντατικοποίησης του σχολείου.
Είναι κρίσιμο επίσης η επαναστατική αριστερά να συντονιστεί και να παίξει ενεργότερο ρόλο στις περιφερειακές, αποκεντρωμένες και τοπικές κινητοποιήσεις, καθώς και να πιέσει στην κατεύθυνση ανάπτυξης αγωνιστικής δράσης μέσα στους χώρους δουλειάς.
Μέσα στο καθήκοντα της επίσης είναι η ανάπτυξη πολιτικού και κοινωνικού μετώπου απέναντι στην διασπαστική φιλοκυβερνητική τακτική του ΚΚΕ.
Τέλος θεωρούμε σημαντικό να υπάρξει ενιαίο συντονιστικό φοιτητών, ενιαίο συντονιστικό μαθητών αλλά και διαδικασίες κοινής συζήτησης μεταξύ φοιτητών – μαθητών.
Αν και θεωρούμε ότι η επιλογή της Νομικής δεν είναι κατάλληλη ως κοινωνικού κέντρου αγώνα, το βασικό είναι το ζήτημα πολιτικής κατεύθυνσης και πολιτικής πρακτικής.
Θεωρούμε όμως εξίσου απαραίτητο το φοιτητικό κίνημα να υπάρξει και με τις διαδικασίες του μέσα σε ένα από τους βασικούς ιστορικούς και συμβολικούς του χώρους που είναι το Πολυτεχνείο. Η ευθύνη όσων εγκαταλείψουν την υπεράσπιση του ασύλου σε ένα τέτοιο χώρο και σε μία τέτοια συγκυρία θα είναι ιστορική.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΡΑΦΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ

ΑΡιστερή Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια: